покло́нник Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
προσκυνητής
común
🇪🇸 El покло́нник entró en la iglesia
🇬🇷 Ο προσκυνητής μπήκε στην εκκλησία
🇪🇸 Los покло́нники viajan a lugares sagrados
🇬🇷 Οι προσκυνητές ταξιδεύουν σε ιερούς τόπους
|
formal | |
|
προσκυνητής
común
🇪🇸 El покло́нник rezaba en silencio
🇬🇷 Ο προσκυνητής προσευχόταν σιωπηλά
🇪🇸 Los покло́нники visitan iglesias
🇬🇷 Οι προσκυνητές επισκέπτονται εκκλησίες
|
uso cotidiano | |
|
προσκυνητής
común
🇪🇸 El покло́нник hizo una peregrinación
🇬🇷 Ο προσκυνητής έκανε προσκύνημα
🇪🇸 Los покло́нники veneran santos
🇬🇷 Οι προσκυνητές τιμούν αγίους
|
contextReligious | |
|
προσκυνητής
raro
🇪🇸 El héroe fue un покло́нник de la fe
🇬🇷 Ο ήρωας ήταν ένας πιστός προσκυνητής
🇪🇸 En la historia, el покло́нник simboliza devoción
🇬🇷 Στην ιστορία, ο προσκυνητής συμβολίζει την ευλάβεια
|
literario |