оръжейник Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
αμυντικός θώρακας
formal
🇪🇸 El оръжейник de la armadura
🇬🇷 Ο αμυντικός θώρακας της πανοπλίας
🇪🇸 El arma del оръжейник es muy resistente
🇬🇷 Το όπλο του αμυντικού θώρακα είναι πολύ ανθεκτικό
|
formal | |
|
θεματοφύλακας οπλισμού
raro
🇪🇸 El оръжейник custodiaba las armas antiguas
🇬🇷 Ο θεματοφύλακας οπλισμού φυλάσσε το παλαιό οπλισμό
🇪🇸 El оръжейник guardaba las armas en la sala secreta
🇬🇷 Ο θεματοφύλακας οπλισμού φύλαγε τα όπλα σε μυστικό δωμάτιο
|
literario | |
|
αρχείο οπλισμού
común
🇪🇸 El оръжейник almacenaba las armas
🇬🇷 Ο αρχείο οπλισμού αποθήκευε τα όπλα
🇪🇸 El inventario del оръжейник
🇬🇷 Η καταγραφή του αρχείου οπλισμού
|
técnico | |
|
φυλακτήρας όπλων
común
🇪🇸 El оръжейник está lleno de armas
🇬🇷 Ο φυλακτήρας όπλων είναι γεμάτος με όπλα
🇪🇸 El arma está en el оръжейник
🇬🇷 Το όπλο βρίσκεται στον φυλακτήρα όπλων
|
uso cotidiano |