навсякъде Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
común
🇪🇸 Vivo навсякъде
🇬🇷 Ζω παντού
🇪🇸 Puedes encontrarlo навсякъде
🇬🇷 Μπορείς να το βρεις παντού
|
uso cotidiano | |
|
formal
🇪🇸 Είναι παρών навсякъде
🇬🇷 Είναι παρών σε όλα τα μέρη
🇪🇸 Η επιχείρηση επεκτείνεται навсякъде
🇬🇷 Η επιχείρηση επεκτείνεται σε όλα τα μέρη
|
formal | |
|
raro
🇪🇸 Η αγάπη του навсякъде
🇬🇷 Η αγάπη του παντοτινά
🇪🇸 Οι σκέψεις навсякъде
🇬🇷 Οι σκέψεις παντοτινά
|
literario | |
|
informal
🇪🇸 Είναι навсякъде
🇬🇷 Είναι παντού και πάντα
🇪🇸 Τον βρίσκεις навсякъде
🇬🇷 Τον βρίσκεις παντού και πάντα
|
coloquial |