ву́зел Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
κόμβος
común
🇪🇸 El vúzel conecta los cables
🇬🇷 Ο κόμβος συνδέει τα καλώδια
🇪🇸 En la red, un vúzel es esencial
🇬🇷 Στο δίκτυο, ένας κόμβος είναι απαραίτητος
|
técnico | |
|
δοχείο
común
🇪🇸 El vúzel contiene agua
🇬🇷 Το δοχείο περιέχει νερό
🇪🇸 Puso el vúzel en la mesa
🇬🇷 Έβαλε το δοχείο στο τραπέζι
|
uso cotidiano | |
|
όχημα
raro
🇪🇸 En la novela, el vúzel representa un transporte
🇬🇷 Στο μυθιστόρημα, το vúzel αντιπροσωπεύει ένα όχημα
🇪🇸 El autor usa vúzel como símbolo de movimiento
🇬🇷 Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί το vúzel ως σύμβολο κίνησης
|
literario | |
|
εσωτερικός κόμβος
formal
🇪🇸 El vúzel se usa en redes de computadoras
🇬🇷 Ο εσωτερικός κόμβος χρησιμοποιείται σε δίκτυα υπολογιστών
🇪🇸 El vúzel es fundamental en la topología de la red
🇬🇷 Ο εσωτερικός κόμβος είναι θεμελιώδης στην τοπολογία του δικτύου
|
formal |