восто́рженный Griego

0 traducciones
Traducción Contexto Audio
εξαρχής πεπεισμένος
raro
🇪🇸 Estaba totalmente восто́рженный por la idea
🇬🇷 Ήταν εντελώς εξαρχής πεπεισμένος για την ιδέα
🇪🇸 Su actitud восто́рженный ante las críticas
🇬🇷 Η στάση του ήταν εξαρχής πεπεισμένη απέναντι στις κριτικές
literario
αποφασισμένος
común
🇪🇸 Está восто́рженный de sus decisiones
🇬🇷 Είναι αποφασισμένος στις αποφάσεις του
🇪🇸 Ella siempre восто́рженная en sus opiniones
🇬🇷 Αυτή πάντα είναι αποφασισμένη στις απόψεις της
uso cotidiano
αμετάκλητος
formal
🇪🇸 Su postura восто́рженная en la negociación
🇬🇷 Η στάση του ήταν αμετάκλητη στη διαπραγμάτευση
🇪🇸 El juez estuvo восто́рженный en su fallo
🇬🇷 Ο δικαστής ήταν αμετάκλητος στην απόφασή του
formal
αφοσιωμένος
común
🇪🇸 Es un trabajador восто́рженный a su profesión
🇬🇷 Είναι αφοσιωμένος στην εργασία του
🇪🇸 Ella está восто́рженная con su estudio
🇬🇷 Είναι αφοσιωμένη στις σπουδές της
formal