бижек Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
común
🇪🇸 Me gusta llevar бижек
🇬🇷 Μου αρέσει να φοράω κοσμήματα
🇪🇸 Los бижек son muy bonitos
🇬🇷 Τα κοσμήματα είναι πολύ όμορφα
|
uso cotidiano | |
|
formal
🇪🇸 El diseño de бижек es muy elegante
🇬🇷 Ο σχεδιασμός των κοσμημάτων είναι πολύ κομψός
🇪🇸 La artesanía en бижек refleja tradición
🇬🇷 Η χειροτεχνία στα κοσμήματα αντικατοπτρίζει παράδοση
|
formal | |
|
raro
🇪🇸 Su belleza es como un бижек
🇬🇷 Η ομορφιά της είναι σαν ένα κόσμημα
🇪🇸 El poeta comparó su alma con un бижек
🇬🇷 Ο ποιητής συνέκρινε την ψυχή του με ένα κόσμημα
|
literario | |
|
raro
🇪🇸 Este бижек es un objeto decorativo
🇬🇷 Αυτό το бижек είναι διακοσμητικό αντικείμενο
🇪🇸 La fabricación de бижек requiere precisión
🇬🇷 Η κατασκευή των κοσμημάτων απαιτεί ακρίβεια
|
técnico |