çĕçĕ Griego
4 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
σύννεφο
común
🇪🇸 El cielo está cubierto de çĕçĕ
🇬🇷 Ο ουρανός είναι καλυμμένος από σύννεφα
🇪🇸 Hay muchos çĕçĕ en el cielo hoy
🇬🇷 Υπάρχουν πολλά σύννεφα στον ουρανό σήμερα
|
uso cotidiano | |
|
μυρωδιά
común
🇪🇸 ¿Qué es ese çĕçĕ?
🇬🇷 Τι είναι αυτή η μυρωδιά;
🇪🇸 El aire huele a çĕçĕ de flores
🇬🇷 Ο αέρας μυρίζει μυρωδιά από λουλούδια
|
informal | |
|
sólo
común
🇪🇸 Solo quiero ayudarte
🇬🇷 Απλά θέλω να σε βοηθήσω
🇪🇸 No, solo es una prueba
🇬🇷 Όχι, είναι απλά μια δοκιμή
|
formal | |
|
χαρακτηριστικό
formal
🇪🇸 El çĕçĕ de este material es resistente
🇬🇷 Το χαρακτηριστικό αυτού του υλικού είναι ανθεκτικό
🇪🇸 La propiedad çĕçĕ se mide en laboratorio
🇬🇷 Η ιδιότητα χαρακτηρίζεται στο εργαστήριο
|
técnico |