يَشْب Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
το να μεγαλώνει
común
🇸🇦 يَشْبُ الْوَلَدُ سَرِيعًا
🇬🇷 Το παιδί μεγαλώνει γρήγορα
🇸🇦 يَشْبُ الْفَتَى فِي الْمَدْرَسَةِ
🇬🇷 Ο νέος μεγαλώνει στο σχολείο
|
uso cotidiano | |
|
να γερνάει
raro
🇸🇦 الزمن يَشْبُ الإنسان
🇬🇷 Ο χρόνος γερνάει τον άνθρωπο
🇸🇦 الأسطورة تَشْبُ بمرور الزمن
🇬🇷 Το μύθο γερνά με το πέρασμα του χρόνου
|
literario | |
|
να ωριμάζει
común
🇸🇦 يَشْبُ الإنسان مع التقدم في العمر
🇬🇷 Ο άνθρωπος ωριμάζει με την πρόοδο της ηλικίας
🇸🇦 الشخص يَشْبُ عندما يكتسب خبرة
🇬🇷 Το άτομο ωριμάζει όταν αποκτά εμπειρία
|
formal |