مُنْخَفَض Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
χαμηλός
común
🇸🇦 المنخفض في درجات الحرارة
🇬🇷 Ο χαμηλός στις θερμοκρασίες
🇸🇦 المنخفض الجوي يؤثر على المنطقة
🇬🇷 Η χαμηλή πίεση επηρεάζει την περιοχή
|
uso cotidiano | |
|
κατάβαθος
raro
🇸🇦 مستوى منخفض من الثقة
🇬🇷 Χαμηλό επίπεδο εμπιστοσύνης
🇸🇦 المنخفض في المستوى
🇬🇷 Το κατάβαθος επίπεδο
|
literario | |
|
χαμηλό
común
🇸🇦 المنخفض في السعر
🇬🇷 Το χαμηλό στην τιμή
🇸🇦 المنخفض في الأداء
🇬🇷 Το χαμηλό στην απόδοση
|
formal | |
|
υποβαθμισμένος
raro
🇸🇦 مستوى منخفض من الجودة
🇬🇷 Υποβαθμισμένη ποιότητα
🇸🇦 البيئة منخفضة الجودة
🇬🇷 Το περιβάλλον υποβαθμισμένο
|
técnico |