رُجُولِيّ Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
ανδρικός
común
🇸🇦 رُجُولِيّ الطابع
🇬🇷 Ανδρικός χαρακτήρας
🇸🇦 ملابسه رجولية
🇬🇷 Τα ρούχα του είναι ανδρικά
|
formal | |
|
αρρενωπός
formal
🇸🇦 تصرفاته رجولية
🇬🇷 Οι συμπεριφορές του είναι αρρενωπές
🇸🇦 وجهه رجولي
🇬🇷 Το πρόσωπό του είναι αρρενωπό
|
literario | |
|
ανδρικός χαρακτήρας
común
🇸🇦 هو يتمتع برجولية عالية
🇬🇷 Έχει ανδρικό χαρακτήρα
🇸🇦 هذه الملابس تظهر رجولية
🇬🇷 Αυτό το ρούχο δείχνει ανδρικότητα
|
uso cotidiano | |
|
ανδρικός
común
🇸🇦 مظهره رجولي
🇬🇷 Η εμφάνισή του είναι ανδρική
🇸🇦 أسلوب رجولي
🇬🇷 Ανδρικό στιλ
|
lengua estándar |