أَخْبَارخَبَر Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
ειδήσεις
común
🇸🇦 أَخْبَارُ اليوم جيدة
🇬🇷 Τα νέα της ημέρας είναι καλά
🇸🇦 هل لديك أَخْبَار جديدة؟
🇬🇷 Έχεις καινούριες ειδήσεις;
|
uso cotidiano | |
|
είδηση
común
🇸🇦 نشر الصحيفة أَخْبَار هامة
🇬🇷 Η εφημερίδα δημοσίευσε σημαντικές ειδήσεις
🇸🇦 تحديثات الأَخْبَار كانت دقيقة
🇬🇷 Οι ενημερώσεις των ειδήσεων ήταν ακριβείς
|
formal | |
|
αναφορές
formal
🇸🇦 الصحفي جمع أَخْبَار من مصادر متعددة
🇬🇷 Ο δημοσιογράφος συγκέντρωσε αναφορές από πολλές πηγές
🇸🇦 تقارير الأَخْبَار كانت مفصلة
🇬🇷 Οι αναφορές ήταν λεπτομερειακές
|
científico | |
|
ειδήσεις (πληροφορίες)
común
🇸🇦 هل لديك أَخْبَار جديدة؟
🇬🇷 Έχεις καινούριες πληροφορίες;
🇸🇦 سمعت أَخْبَار عن الحفل
🇬🇷 Άκουσα νέες πληροφορίες για την εκδήλωση
|
informal |